→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φιστίκι Αιγίνης < → δείτε τις λέξεις φιστίκι και Αιγίνης

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

φιστίκι Αιγίνης ουδέτερο

  • άλλη γραφή του φυστίκι Αιγίνης
    ※  Το Σάββατο, στις πέντε τ' απόγευμα, Η Δανάη ξέβαψε τα νύχια της, έβαλε μια φόρμα και τις ελβιέλες της, αγόρασε κουλούρια, πήρε κι ένα σακουλάκι φιστίκια Αιγίνης, που βρήκε στο σπίτι –ήξερε ότι άρεσαν στη γιαγιά της–, (Ζωή Μπελούκα, Οι γυναίκες του Αυγούστου, εκδ. Καστανιώτη, 2012 [1])