φέρνω στα νερά
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΈκφρασηΕπεξεργασία
φέρνω στα νερά
- προσεταιρίζομαι κάποιον, κάνοντάς τον να συμφωνεί μαζί μου
- στην αρχή δεν ήθελε να αγοράσει το σπίτι, αλλά σιγά σιγά τον έφερα στα νερά μου
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
φέρνω στα νερά