φάουλ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαφάουλ ουδέτερο άκλιτο
- (αθλητισμός) αντικανονική ενέργεια σε αντίπαλο παίκτη
- το λάκτισμα που δίνει ο διαιτητής στην αντίπαλη ομάδα για την αντικανονική ενέργεια ενός παίκτη