Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τσαούσα < τσαούσης

  Ουσιαστικό επεξεργασία

τσαούσα και τσαούσω θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία