Ετυμολογία

επεξεργασία
τραφικέιτορ < αγγλικά (παρωχημένο) trafficator

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τραφικέιτορ αρσενικό άκλιτο

βάλε τραφικέιτορ για να αλλάξουμε λωρίδα

  Μεταφράσεις

επεξεργασία