τραγουδιέμαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τραγουδιέμαι < παθητική φωνή του ρήματος τραγουδώ
Ρήμα
επεξεργασίατραγουδιέμαι
- για ένα τραγούδι που ερμηνεύεται από κάποιον
- Το τραγούδι τραγουδήθηκε από τον τραγουδιστή.
Κλίση
επεξεργασία Παθητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | τραγουδιέμαι | τραγουδιόμουν(α) | θα τραγουδιέμαι | να τραγουδιέμαι | ||
β' ενικ. | τραγουδιέσαι | τραγουδιόσουν(α) | θα τραγουδιέσαι | να τραγουδιέσαι | ||
γ' ενικ. | τραγουδιέται | τραγουδιόταν(ε) | θα τραγουδιέται | να τραγουδιέται | ||
α' πληθ. | τραγουδιόμαστε | τραγουδιόμαστε τραγουδιόμασταν |
θα τραγουδιόμαστε | να τραγουδιόμαστε | ||
β' πληθ. | τραγουδιέστε | τραγουδιόσαστε τραγουδιόσασταν |
θα τραγουδιέστε | να τραγουδιέστε | τραγουδιέστε | |
γ' πληθ. | τραγουδιούνται | τραγουδιόνταν(ε) τραγουδιούνταν τραγουδιόντουσαν |
θα τραγουδιούνται | να τραγουδιούνται | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | τραγουδήθηκα | θα τραγουδηθώ | να τραγουδηθώ | τραγουδηθεί | ||
β' ενικ. | τραγουδήθηκες | θα τραγουδηθείς | να τραγουδηθείς | τραγουδήσου | ||
γ' ενικ. | τραγουδήθηκε | θα τραγουδηθεί | να τραγουδηθεί | |||
α' πληθ. | τραγουδηθήκαμε | θα τραγουδηθούμε | να τραγουδηθούμε | |||
β' πληθ. | τραγουδηθήκατε | θα τραγουδηθείτε | να τραγουδηθείτε | τραγουδηθείτε | ||
γ' πληθ. | τραγουδήθηκαν τραγουδηθήκαν(ε) |
θα τραγουδηθούν(ε) | να τραγουδηθούν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | έχω τραγουδηθεί | είχα τραγουδηθεί | θα έχω τραγουδηθεί | να έχω τραγουδηθεί | τραγουδημένος | |
β' ενικ. | έχεις τραγουδηθεί | είχες τραγουδηθεί | θα έχεις τραγουδηθεί | να έχεις τραγουδηθεί | ||
γ' ενικ. | έχει τραγουδηθεί | είχε τραγουδηθεί | θα έχει τραγουδηθεί | να έχει τραγουδηθεί | ||
α' πληθ. | έχουμε τραγουδηθεί | είχαμε τραγουδηθεί | θα έχουμε τραγουδηθεί | να έχουμε τραγουδηθεί | ||
β' πληθ. | έχετε τραγουδηθεί | είχατε τραγουδηθεί | θα έχετε τραγουδηθεί | να έχετε τραγουδηθεί | ||
γ' πληθ. | έχουν τραγουδηθεί | είχαν τραγουδηθεί | θα έχουν τραγουδηθεί | να έχουν τραγουδηθεί |