Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
μέτρηση μεγέθους δαχτυλιδιού με τουρμπουλέ

  Ετυμολογία επεξεργασία

τουρμπουλέ < γαλλική triboulet

  Ουσιαστικό επεξεργασία

τουρμπουλέ ουδέτερο άκλιτο

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία