την κάνω ταράτσα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
Έκφραση
επεξεργασία
την κάνω ταράτσα (στον ενεστώτα) & συχνά στον αόριστο την έκανα ταράτσα
- παρατρώω
- άλλες μορφές: την ταρατσώνω (και στον αόριστο την ταράτσωσα
- ≈ συνώνυμα: τρώω του σκασμού, τρώω μέχρι σκασμού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
την κάνω ταράτσα
→ δείτε τις λέξεις παρατρώω και τρώω μέχρι σκασμού |
Πηγές
επεξεργασία
- την κάνω ταράτσα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)