Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τεφλόν < (λόγιο δάνειο) γαλλική téflon < εμπορική ονομασία αγγλική Teflon γαλλοαμερικωνικών εταιρειών, από τα αρχικά τετρα + φθορο- + αιθυλένιο + κατάληξη -ον (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

τεφλόν ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία