Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

σόφτμπολ < από τα αγγλικά soft, μαλακός, και ball, μπάλα.

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σόφτμπολ ουδέτερο άκλιτο

  • παιχνίδι παρόμοιο με το μπέιζμπολ

  Μεταφράσεις επεξεργασία