Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συγχώρεσε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
συγχώρεσε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
συγχωρώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
συγχωρώ