στρογγυλαίνω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- στρογγυλαίνω < ελληνιστική κοινή στρογγυλαίνω[1] [2] < αρχαία ελληνική στρογγύλος
Ρήμα
επεξεργασίαστρογγυλαίνω
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΚλίση
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία στρογγυλαίνω
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ στρογγυλαίνω - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ στρογγυλαίνω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.