Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

σταθεροποιηθείτε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος σταθεροποιούμαι
  2. θα σταθεροποιηθείτε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος σταθεροποιούμαι
  3. β' πληθυντικό προστακτικής αορίστου του ρήματος σταθεροποιούμαι