Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σπίθισε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
σπίθισε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
σπιθίζω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
σπιθίζω