Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
Παιδί με σορτς κάνει σκέιτμπορντ.

  Ετυμολογία επεξεργασία

σορτς < αγγλική shorts

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σορτς ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία