Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σκλήρυνε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
σκλήρυνε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
σκληραίνω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
σκληραίνω