Ετυμολογία

επεξεργασία
σεγκόντο < (άμεσο δάνειο) βενετική segondo

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σεγκόντο και σεκόντο ουδέτερο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία