Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
προφήτεψε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
προφήτεψε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
προφητεύω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
προφητεύω