προσμοιάζω
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- προσμοιάζω < προσομοιάζω < ελληνιστική κοινή προσομοιάζω < ὁμοιάζω < αρχαία ελληνική ὅμοιος
Ρήμα επεξεργασία
προσμοιάζω
- (σπάνιο) άλλη μορφή του προσομοιάζω
Μεταφράσεις επεξεργασία
προσμοιάζω
|