Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

προσευχηθείτε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος προσεύχομαι
  2. θα προσευχηθείτε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος προσεύχομαι
  3. β' πληθυντικό προστακτικής αορίστου του ρήματος προσεύχομαι