Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πληρώνω τα σπασμένα < → δείτε τις λέξεις πληρώνω και σπασμένος

  Έκφραση επεξεργασία

πληρώνω τα σπασμένα

  • υφίσταμαι τις συνέπειες ενός πράγματος χωρίς να είμαι εγώ ο κύριος ή ο αποκλειστικός υπεύθυνος ή και χωρίς να έχω καμία συμμετοχή στην υπόθεση

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία