Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πλαστοπροσώπησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
πλαστοπροσώπησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
πλαστοπροσωπώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
πλαστοπροσωπώ