Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πλήγωσε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
πλήγωσε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
πληγώνω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
πληγώνω