πιάν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πιάν < (λόγιο δάνειο) γαλλική pian
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπιάν ουδέτερο άκλιτο
Μεταφράσεις
επεξεργασία πιάν
|
Πηγές
επεξεργασία- Πάπυρος–Λαρούς–Μπριτάννικα: Λεξικό της ελληνικής γλώσσας, αρχαίας - μεσαιωνικής - νέας, ερμηνευτικό - ετυμολογικό. Αθήνα: Πάπυρος, 1981‑1994, έκδοση: 2013.