Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία

πεσόντων

  • γενική πληθυντικού αρσενικού και ουδετέρου της μετοχής πεσών (μετοχής αορίστου ἔπεσον του ρήματος πίπτω, συνήθως για νεκρούς μάχης)