Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

περιλούζω < λείπει η ετυμολογία

  Ρήμα επεξεργασία

περιλούζω

  1. βρέχω από κάθε κατεύθυνση, από όλες τις πλευρές
  2. βρίζω κάποιον πάρα πολύ

  Μεταφράσεις επεξεργασία