Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πενταμερώς
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
πενταμερώς
<
ελληνιστική κοινή
πεντᾰμερῶς
<
πενταμερής
<
αρχαία ελληνική
πέντε
+
μέρος
Επίρρημα
επεξεργασία
πενταμερώς
(
λόγιο
) σε
πέντε
μέρη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πενταμερώς
ελληνιστική κοινή
:
πενταμερῶς