Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

παρασπόνδησε

  1. γ' ενικό οριστικής αορίστου του ρήματος παρασπονδώ
  2. β' ενικό προστακτικής αορίστου του ρήματος παρασπονδώ