Ετυμολογία

επεξεργασία
παραπαχαίνω < παρα- + παχαίνω

παραπαχαίνω

παραπάχυνα αυτές τις διακοπές, πρέπει να κάνω δίαιτα επειγόντως!

Συνώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία