Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πέρτικος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
πέρτικος
Ετυμολογία
επεξεργασία
πέρτικος
< πέρδικα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πέρτικος
αρσενικό
(
κυπριακά
) η
πέρδικα
, το
περδίκι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πέρτικος
→
δείτε
τη λέξη
πέρδικα