Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
οἴκισις
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
οἴκισις
<
οἰκίζω
Ουσιαστικό
επεξεργασία
οἴκισις
αρσενικό
η
αποίκιση
η κατάληψη από
εποίκους