οφείλομαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /oˈfi.lo.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ο‐φεί‐λο‐μαι
Ρηματικός τύπος
επεξεργασίαοφείλομαι
- παθητική φωνή του ρήματος οφείλω
- → δείτε και το απρόσωπο οφείλεται
Δείτε επίσης : ὀφείλομαι |
οφείλομαι