Ετυμολογία

επεξεργασία
ολιγοκτήμων < ολιγο- + -κτήμων < αρχαία ελληνική ὀλίγος + κτῆμα < κτάομαι

  Επίθετο

επεξεργασία

ολιγοκτήμων

  Μεταφράσεις

επεξεργασία