κρανίο του Παράνθρωπου του αιθιοπικού (Paranthropus aethiopicus) που εμφανίζει οβελιαίo λοφίο στην άνω κρανιακή ράχη

  Ετυμολογία

επεξεργασία
→ δείτε τις λέξεις οβελιαίος και λοφία

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

οβελιαίο λοφίο ουδέτερο ενικός (οβελιαία λοφία πληθυντικός)

  • (ανατομία, οστεολογία) οστέινο λοφίο στην κορυφή του κρανίου στο οποίο προσδένονται μύες δυνατής γνάθου

  Μεταφράσεις

επεξεργασία