Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ξεστουπώνω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ξεστουπώνω
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
επεξεργασία
ξεστουπώνω
(
μεταβατικό
) αφαιρώ το
στουπί
, το
στούπωμα
που κλείνει ένα
δοχείο
≈
συνώνυμα
:
ξεβουλώνω
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
στουπί
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ξεστουπώνω