ξαναλέγω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαξαναλέγω, ξαναλέω
- λέω πάλι
- άνοιξε τ' αυτιά σου και μη με αναγκάσεις να σου το ξαναπώ
Εκφράσεις
επεξεργασία- τα ξαναλέμε: θα συνεχίσουμε τη συζήτηση μια άλλη φορά
ξαναλέγω, ξαναλέω