ντόνατ
(Ανακατεύθυνση από ντόνατς)
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαντόνατ ουδέτερο άκλιτο
- (γαστρονομία) είδος τηγανητής ζύμης ζαχαροπλαστικής
Μεταφράσεις
επεξεργασία ντόνατ
|
ντόνατ ουδέτερο άκλιτο
|