Ετυμολογία

επεξεργασία
ντεκοβίλ < (λόγιο δάνειο) γαλλική decauville < Paul Decauville

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ντεκοβίλ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία