ναυαγοί
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαναυαγοί αρσενικό ή θηλυκό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του ναυαγός
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαναυαγοί
- (αρσενικό ή θηλυκό) ονομαστική και κλητική πληθυντικού του ναυαγός