Ετυμολογία

επεξεργασία
μπόξι < αγγλικά box +

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈbɔ.ksi/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

μπόξι ουδέτερο

  • (ελληνοαμερικανικά) το κουτί
    ⮡  Να τα βάλω σε σακούλα ή θέλεις μπόξι;