Ετυμολογία

επεξεργασία
μπούμαν < αγγλική boom man

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μπούμαν αρσενικό άκλιτο

  • (επάγγελμα) το άτομο που χειρίζεται το μηχανισμό ο οποίος κινεί το μικρόφωνο κατά τη διάρκεια κινηματογράφησης

  Μεταφράσεις

επεξεργασία