μπαλαντέρ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μπαλαντέρ ουδέτερο άκλιτο
- τραπουλόχαρτο που χρησιμοποιείται στη θέση οποιοδήποτε άλλου, έχοντας την ικανότητα να τα υποκαθιστά
- (πληροφορική) (ανεπίσημο) το σύμβολο υποκατάστασης