Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μπάτλερ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
μπάτλερ
<
αγγλική
butler
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μπάτλερ
αρσενικό
άκλιτο
(
επάγγελμα
) o
προϊστάμενος
του υπηρετικού προσωπικού που υπηρετεί προσωπικά τον κύριο του σπιτιού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μπάτλερ
αγγλικά
:
butler
(en)
γαλλικά
:
majordome
(fr)