μαχανιάζω
Ετυμολογία
επεξεργασία- μαχανιάζω < (άμεσο δάνειο) μέση γαλλική mahaignier
Ρήμα
επεξεργασίαμαχανιάζω (ο τύπος στη μέση φωνή μαχανιάζομαι σε χρήση και σήμερα στην Κύπρο)
- τραυματίζω, ακρωτηριάζω
- ※ 15ος αιώνας ⌘ Λεόντιος Μαχαιράς, Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνικα, τουτέστιν Χρονικόν, Σάθας, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, Τόμος 2 σελ.@books-google
- θεωρῶντα πῶς ἐπάνταν ὁ πόλεμος, καὶ οἱ Γενουβίσοι ἀλλάσσουνταν, μαχανιασμένοι, ἀποσταμένοι, καὶ οἱ Συριάνοι ἀποστάθησαν καὶ δὲν εἶχαν ἀποὺ τινὰν βοήθειαν, καὶ ἐκρεμμίσαν οἱ δέκα εἰς τὸ χαντάκιν καὶ ἐτζακίσαν τὰ ποδία τους καὶ ἐμεῖναν ἐκεῖ χαμαί·
- ※ 15ος αιώνας ⌘ Λεόντιος Μαχαιράς, Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνικα, τουτέστιν Χρονικόν, Σάθας, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, Τόμος 2 σελ.@books-google
Ρηματικοί τύποι
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- μαχανιάζω - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- σελ.377, Τόμος 9 - Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.