Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μαθηματική ελπίδα < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική mathematical expectation

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

μαθηματική ελπίδα

  • (μαθηματικά, στατιστική) ο σταθμικός μέσος όρος των τιμών μιας τυχαίας μεταβλητής, όταν ως συντελεστές στάθμισης λαμβάνονται οι αντίστοιχες πιθανότητες αυτών των τιμών

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία