Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μίσεψε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
μίσεψε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
μισεύω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
μισεύω