μάστερ πλαν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μάστερ πλαν < απροσάρμοστο άμεσο δάνειο από την αγγλική master plan (κύριο σχέδιο)
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαμάστερ πλαν ουδέτερο άκλιτο
- θεμελιώδες σχέδιο για κάποια μεγάλη επιχείρηση (στην οικονομία, στη χωροταξία, κ.α.
- λήγει το μάστερ πλαν για τις λιμενικές υποδομές
Μεταφράσεις
επεξεργασία μάστερ πλαν