μ' εφαήτσε τα σκώκια μι
Τσακωνικά (tsd) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μ' εφαήτσε τα σκώκια μι < → λείπει η ετυμολογία
Έκφραση επεξεργασία
μ' εφαήτσε τα σκώκια μι
- (μεταφορικά) μου 'φαγε τα συκώτια μου, με ταλαιπώρησε
Πηγές επεξεργασία
- συκώτι - σελ.204.jpg, τόμ.3 - Κωστάκης, Θανάσης Π. Λεξικό της τσακωνικής διαλέκτου. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών, τόμοι Α', Β' 1986, τόμος Γ' 1987), Τόμος 3ος@academyofathens