λιτανεύω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- λιτανεύω < (διαχρονικό δάνειο) μεσαιωνική ελληνική λιτανεύω
Ρήμα
επεξεργασίαλιτανεύω
Μεταφράσεις
επεξεργασία λιτανεύω
|
Πηγές
επεξεργασία- λιτανεύω - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- Ηλίας Ιω. Καμπανάς, Μονοτονικό Λεξικό της Δημοτικής: Ορθογραφικό, Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό (Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεων Καμπανά 1990)
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- λιτανεύω < • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε; λιτανός < λίσσομαι ( = ικετεύω)
Ρήμα
επεξεργασίαλιτανεύω
Πηγές
επεξεργασία- λιτανεύω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- λιτανεύω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.