Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

λιμενίζω < λιμήν + -ίζω

  Ρήμα επεξεργασία

λιμενίζω

Κλίση επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία